ΠΑΛΙΑ ΣΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ...

Έχουν περάσει 20 χρόνια από τότε που ήμουν μικρό παιδί και και μαζί με τις φίλες μου βγαίναμε για να πούμε τα κάλαντα. Θυμάμαι να μένω ξύπνια το προηγούμενο βράδυ, καθώς η ανυπομονησία μου δε μου επέτρεπε να κοιμηθώ. Το να βγεις να πεις τα κάλαντα είχε μία μαγεία διαφορετική τότε, μιας που ο κόσμος δεν είχε πονηρέψει τόσο πολύ και τα παιδιά μπορούσαν να κρατήσουν την αθωότητά τους.
Θυμάμαι να ξυπνάμε από τις 05:30 τα χαράματα, ώστε στις 06:00 να είμαστε κιόλας έξω, έτοιμοι με τα τρίγωνά μας.
Θυμάμαι να ντυνόμαστε με χοντρά ρούχα, γάντια, σκουφιά και πολύχρωμα μπουφάν και από μέσα να φοράμε τις ζεστές πυτζάμες μας, γιατί τότε είχε χιόνι... Πολύ χιόνι.
Θυμάμαι τον ενθουσιασμό και τα γέλια μας, μόλις συναντιόμασταν με τις συμμαθήτριές μου και τα πλάνα που κάναμε για τη διαδρομή που θα ακολουθήσουμε.
Θυμάμαι να μας ενδιαφέρουν περισσότερο οι σοκολάτες και τα γλυκά που θα μαζέψουμε, τα οποία καθόμασταν και τρώγαμε το βράδυ που επιστρέφαμε, δίπλα στο χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Θυμάμαι τις τσάντες που είχαμε στην πλάτη μας, άδειες όταν ξεκινούσαμε, να γεμίζουν μέχρι το μεσημέρι και να τρέχουμε να τις αδειάσουμε για να συνεχίσουμε το τραγούδι μας.
Θυμάμαι νοικοκυρές να ανοίγουν διάπλατα την πόρτα τους να μας υποδεχτούν,φορώντας τις ποδιές τους και να μας κερνάνε φρέσκους ζεστούς κουραμπιέδες.
Θυμάμαι τις ίδιες γλυκιές κυρίες να προσπαθούν να χωρέσουν στην τσάντα μου περισσότερα μανταρίνια απ᾽όσα άντεχε, έτσι για το καλό...
Θυμάμαι τους δρόμους γεμάτους από μικρά παιδιά σαν εμένα, να σκορπάνε τη χριστουγεννιάτικη μελωδία σε κάθε στενό σοκάκι και να είναι χαρούμενα, γεμάτα, πασαλειμμένα με σοκολάτες.
Θυμάμαι να μας δίνουν 100 δραχμές και να αστράφτει το πρόσωπό μας από χαρά. Θυμάμαι να τρέχουμε στο πιο κοντινό ψιλικατζίδικο για να τις χαλάσουμε, ώστε να τις μοιραστούμε με τους φίλους μας.
Θυμάμαι να κρατάω από το χέρι το μικρό μου αδερφό και να προσπαθώ να τον μυήσω στο θαυμαστό αυτό έθιμο. Θυμάμαι να τραγουδάω δυνατά για να του δείξω πως δε χρειάζεται να ντρέπεται.
Θυμάμαι να αποχαιρετιόμαστε με τους φίλους μας παίζοντας χιονοπόλεμο, όπου γινόμασταν κυριολεκτικά μούσκεμα από παιχνίδι και κοκκίνιζαν τα μάγουλά μας από το κρύο.
Θυμάμαι να επιστρέφω στη ζεστασιά του σπιτιού μου, με αναμμένο το τζάκι και να με περιμένουν τόσες πολλές και διαφορετικές χριστουγεννιάτικες μυρωδιές, που χόρταιναν την ψυχή μου.
Θυμάμαι να τρέχω στην αγκαλιά της μαμάς μου, που μύριζε χειμώνα με τσιγαρισμένο κρεμμύδι.
Θυμάμαι να δίνουμε ό,τι χρήματα είχαμε μαζέψει για να πάρουμε δώρα για όλους στην οικογένεια και αυτό μας έκανε πραγματικά χαρούμενους.
Θυμάμαι και ποτέ δε θα ξεχάσω ότι τα Χριστούγεννα ήταν η πιο μαγική γιορτή του χρόνου κι εμείς τη ζούσαμε αυθεντικά: με ταπεινότητα, αγάπη και καραμέλες... και πολύ μαμά!!!